μελλοδειπνικος

μελλοδειπνικος
    μελλοδειπνικός
    μελλο-δειπνικός
    3
    предшествующий трапезе, предобеденный
    

(μέλος Arph.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "μελλοδειπνικος" в других словарях:

  • μελλοδειπνικός — μελλοδειπνικός, ή, όν (Α) (για άσμα) αυτό που παίζεται ή τραγουδιέται στην αρχή τού δείπνου. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + δεῖπνον] …   Dictionary of Greek

  • μελλοδειπνικόν — μελλοδειπνικός played masc acc sg μελλοδειπνικός played neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μέλλω — (ΑM μέλλω) 1. προτίθεμαι, σκοπεύω, έχω στον νου μου να κάνω κάτι («ἐγὼ κτενεῑν ἔμελλον πατέρα τὸν ἐμόν», Σοφ.) 2. (το γ εν. ενεστ. και πρτ. ενεργ. και μέσ. ως απρόσ.) α) μέλλε πρόκειται να... ή είναι ενδεχόμενο να... ή είναι πεπρωμένο να... β)… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»